ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΑΡΘΡΑ
ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ KREPORT

Το ακριβότερο ρεύμα της Ευρώπης

«Πρωταθλήτρια» Ευρώπης στις χονδρεμπορικές τιμές ρεύματος για τον Ιανουάριο αναδεικνύεται η Ελλάδα, καθώς η  μέση τιμή στην Προημερήσια Αγορά του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας διαμορφώνεται από την αρχή του έτους  στα 221,01 ευρώ/MWh. Η δεύτερη ακριβότερη χώρα είναι η -συζευγμένη με την Ελλάδα- Ιταλία με μέση τιμή για τον τρέχοντα μήνα 178,7 ευρώ/MWh, ενώ σε όλες τις υπόλοιπες χώρες διαμορφώνονται τιμές από 75 έως 120 ευρώ/MWh.

Με άλλα λόγια, στην υπόλοιπη Ευρώπη οι τρέχουσες τιμές αποτυπώνουν σε μεγάλο βαθμό τη θεαματική πτώση των  τιμών του φυσικού αερίου στον κόμβο TTF της Ολλανδίας στα «προπολεμικά» επίπεδα των 70 ευρώ/MWh, χάρη στην ασυνήθιστη και παρατεταμένη καλοκαιρία στην Ευρώπη που περιόρισε τις ανάγκες για θέρμανση  και κράτησε γεμάτες τις ευρωπαϊκές αποθήκες φυσικού αερίου με εισαγόμενο LNG. Στην Ελλάδα, πάλι, η αποκλιμάκωση των τιμών του φυσικού αερίου προσδοκάται  να «εμφανιστεί» στις τιμές του ρεύματος τον Φεβρουάριο.  Ως κύριος λόγος για την καθυστέρηση προβάλλεται το μοντέλο τιμολόγησης month ahead του φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή:  Σύμφωνα με αυτό, οι παραγωγοί αγοράζουν το αέριο του επόμενου μήνα με τις τιμές του προηγούμενου.  Ως αποτέλεσμα, η τελική τιμή της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας σήμερα ενσωματώνει το -ακόμα  σχετικά υψηλό- κόστος του καυσίμου κατά το Δεκέμβριο  οπότε και αγοράστηκε και όχι τις τρέχουσες χαμηλότερες τιμές.

Δεν πρόκειται όμως για τη μόνη αιτία: Παράγοντες της αγοράς αποδίδουν την  «ψαλίδα» των τιμών  Ελλάδας-Ευρώπης στις δομικές δυσλειτουργίες του ΕΧΕ, στην ρηχή προθεσμιακή αγορά ρεύματος  καθώς  στην έλλειψη spot αγοράς φυσικού αερίου που έχει ως συνέπεια τον τιμολογιακό ετεροχρονισμό, δηλαδή την αγορά του καυσίμου με συμβόλαια που αποτυπώνουν τις -ακριβότερες εν προκειμένω-  τιμές του προηγούμενου μήνα.

Στο φαινόμενο συντείνουν επίσης και παράγοντες όπως η σχετικά περιορισμένη διασυνδεσιμότητα της ελληνικής αγοράς ρεύματος με τις ευρωπαϊκές, σε σχέση με τα «πυκνότερα» δίκτυα στην Κεντρική Ευρώπη.  Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η  ολοκλήρωση το αμέσως επόμενο διάστημα της δεύτερης ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Βουλγαρίας θα αυξήσει τη μεταφορική ικανότητα ρεύματος προς την Ελλάδα από φθηνότερες αγορές της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.  Τέλος, στην διατηρήσιμη μείωση του χάσματος μεταξύ των χονδρεμπορικών τιμών Ελλάδας-Ευρώπης θα συμβάλει και η  επιτάχυνση της διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα της χώρας, που αποτελεί διακηρυγμένο στόχο της κυβέρνησης.

Ο «πρωταθλητισμός» της Ελλάδας στις τιμές ενέργειας, άλλωστε, αποτυπώνεται και στην έκθεση του ΟΟΣΑ, στην οποία επισημαίνεται μεταξύ άλλων ότι «οι χονδρεμπορικές τιμές ρεύματος είναι σε γενικές γραμμές υψηλότερες στη Ελλάδα σε σχέση με τις άλλες χώρες του Οργανισμού και ήταν μεταξύ των υψηλότερων στην Ευρώπη κατά το ράλι των τιμών ενέργειας την περίοδο 2021-2022». Ο ΟΟΣΑ αποδίδει αυτό το φαινόμενο στη υψηλή εξάρτηση της ηλεκτροπαραγωγής από το φυσικό αέριο και κάνει λόγο για «σειρά παραγόντων που δύνανται να διατηρήσουν τις τιμές σε υψηλά επίπεδα στο ορατό μέλλον, παρότι σε βάθος χρόνου μια επιτυχημένη ενεργειακή μετάβαση μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλότερες τιμές ενέργειας». Όπως εξηγεί ο Οργανισμός, «τα ορυκτά καύσιμα (τα οποία έχουν ακόμα υψηλή συμμετοχή στην ηλεκτροπαραγωγή) θα καταστούν ακριβότερα καθώς οι τιμές τους θα ενσωματώνουν τα περιβαλλοντικά κόστη των εκπομπών ρύπων, τη στιγμή που και η αντικατάσταση των συμβατικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με ΑΠΕ απαιτεί σημαντικές επενδύσεις, το κόστος των οποίων θα μετακυλιστεί σε σημαντικό βαθμό στους καταναλωτές. Επιπροσθέτως, οι νέες μονάδες ΑΠΕ ενέχουν αυξημένα «συστημικά» κόστη, π.χ. για την παροχή υπηρεσιών αποθήκευσης ενέργειας, καθώς θα αυξάνεται η διείσδυσή τους στο ενεργειακό μείγμα».

Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι οι υψηλές χονδρεμπορικές τιμές δεν μετακυλίονται πλέον αυτόματα στις τιμές λιανικής, λόγω της ύπαρξης του πλαφόν ανά τεχνολογία στην αποζημίωση των ηλεκτροπαραγωγών, μηχανισμού δια του οποίου ανακτώνται τα υπερέσοδα τα οποία κατευθύνονται στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης και αποτελούν το βασικό «καύσιμο» που τροφοδοτεί τις επιδοτήσεις των λογαριασμών ρεύματος των τελικών καταναλωτών.  Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με τα στοιχεία του πανευρωπαϊκού δείκτη HEPI (Household Energy Price Index) το Δεκέμβριο η  Ελλάδα κατέγραψε την τρίτη φθηνότερη τιμή λιανικής στο ηλεκτρικό ρεύμα, μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών που έχουν κυμαινόμενα τιμολόγια, ενώ για το σύνολο της λιανικής αγοράς κατατάχθηκε στη 13η θέση.

 

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!