Έτσι που μπαίνουμε σε χρονιά εκλογών, και μάλιστα με έντονο το αντιπαραθετικό στοιχείο έτσι που έχει πλέον κυριαρχήσει η πολιτική να διεξάγεται ως μάχη προσώπων/προσωπικοτήτων, από το επίπεδο των αρχηγών μέχρις εκείνο των διεκδικούντων την λαϊκή προσοχή και εν τέλει την ψήφο περιδιαβάζοντας τα κανάλια ή συνωθουμενοι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, θα ζήσουμε μεγάλες ώρες αυτοπροβολής. αυτοεπαίνου. καυχησιολογίας. κομπασμού. πάντως περιαυτολογίας.
Υπ’ αυτήν την έννοια, μια από τις πρωτοβουλίες της λατρεμένης σειράς «Διάλογοι με την Αρχαιότητα» των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης – που φιλοξένησε ήδη εξαιρετικά ενδιαφέρουσες αποκαλύψεις για τον σημερινό αναγνώστη όπως για τα δάνεια και τα χρέη («Ένα αλλόκοτο θηρίο»), ή πάλι για την καθημερινότητα των δούλων («Η ζωή μου όλη») ή ακόμη για την αναμονή μπροστά στον καλό ή τον κακό δικαστή («Έγκλειστοι στις ρωμαϊκές φυλακές»), ανασύροντας από την ελληνική και ρωμαϊκή αρχαιότητα – αποκτά εξαιρετική επικαιρότητα.
Πρόκειται για τις «Αρετές της περιαυτολογίας». Που φέρνουν στην επιφάνεια κείμενα από τον γνώριμό μας Πλούταρχο, στην δύση του βίου του και με όλη την διδακτικότητά που τον χαρακτήριζε, συν από τον Ρωμαίο ρήτορα Αίλιο Αριστείδη.
Έχοντας θητεύσει μεταξύ των αρχόντων (αρχιερέας στους Δελφούς μετά την μητρική του Χαιρώνεια, αργότερα προκουράτωρ της Αχαΐας επί Ρωμαίων), γνώριμος από τα «Ηθικά» του που έφθασαν να επηρεάζουν έως και τον Montaigne, ο Πλούταρχος είχε συμβιβασθεί με το γεγονός ότι ο αυτοέπαινος ήταν αναπόδραστος στην δημόσια ζωή και πάντως ότι η περιαυτολογία ήταν αποδεκτό εργαλείο. Ιδίως όταν/στο μέτρο που πολιτικοί προσπαθούν να πετύχουν καλό σκοπό, π.χ. δίνοντας το καλό παράδειγμα. Πού σύρει όμως την κόκκινη γραμμή ο Πλούταρχος; Στο να προσέχουν να μην δημιουργούν με την συμπεριφορά και τον λόγο τους φθόνο («εαυτόν επαινείν ανεπιφθόνως»).
Ο Αίλιος Αριστείδης, πάλι, χρησιμοποιεί ως ρήτορας ένα τέχνασμα γραφής: Παριστάνει τον εαυτό του να αισθάνεται περίπου σοκαρισμένος με τα όσα θετικά λέει για τον εαυτό του, παραπέμποντας όμως σε άλλους μεγάλους της αρχαιότητας προκειμένου να βρει σ’ αυτούς έρεισμα αν όχι δικαίωση. Για να πει στον αναγνώστη του «αυτά που εσύ ο ίδιος θα είχες αν εκπληρώνονταν οι προσευχές σου, αυτά μας καταλογίζεις;»» Δηλαδή, αναγνωρίζοντας ότι ο κάθε προσερχόμενος στη δημόσια σκηνή/στη θέα των άλλων θα έχει την ροπή προς την περιαυτολογία – όπως τόσοι και τόσοι ήρωες και βασιλείς και άρχοντες…
Αυτά τα κείμενα αποενοχοποίησης, όμως και χάραξης ορίων για την περιαυτολογία, αποτελούν – ηθελημένα ή αθέλητα – προσφορά σ’ εκείνο που καταλήξαμε να θεωρούμε δημόσιο βίο, σήμερα.