ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Τι γίνεται με την χρηματοδότηση των μικρών επιχειρήσεων;

Η χρηματοδότηση των μικρών επιχειρήσεων στην Ελλάδα (ελεύθεροι επαγγελματίες και επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο έως 2,5 εκατ. ευρώ) αποτελεί οικονομικό και κοινωνικό θέμα συζήτησης από τις αρχές του 1990 και την απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος. 

Στο απόγειο της πιστωτικής επέκτασης το 2008 είχαμε περίπου 230.000 επιχειρήσεις με τραπεζικό δανεισμό, από ένα σύνολο περίπου 850.000 επιχειρήσεων. Άρα ο δανεισμός δεν ήταν ποτέ πανάκεια για τις μικρές επιχειρήσεις, διότι ένα μεγάλο μέρος πιστώσεων παρέχεται από τους προμηθευτές τους με τις ημέρες πίστωσης και τις μεταχρονολογημένες επιταγές για την αγορά εμπορευμάτων.  Μέσα στην κρίση άνω του 70% αυτών των δανείων βρέθηκαν σε αδυναμία εξυπηρέτησης ενώ πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις έπαυσαν να λειτουργούν.

Αν δει κανείς το συνολικό αριθμό επιχειρήσεων αλλά και το ισοζύγιο ίδρυσης-παύσης επιχειρήσεων, θα δει ότι παρότι ιδρύονται άνω των 100 χιλιάδων νέες επιχειρήσεις κάθε χρόνο. ο συνολικός αριθμός διατηρείται πάνω-κάτω σταθερός, όπερ σημαίνει ότι η μέση διάρκεια ζωής των μικρών επιχειρήσεων δεν είναι μεγάλη. 

Ο συνδυασμός του μεγάλου αποθέματος επιχειρήσεων με δάνεια που δεν εξυπηρετούνται, το συχνό άνοιγμα και κλείσιμο επιχειρήσεων αλλά και η δραματική πτώση εμπιστοσύνης μεταξύ των ίδιων των επιχειρήσεων (με την ραγδαία κυκλοφορίας μεταχρονολογημένων επιταγών) μείωσε τον όγκο ενήμερων δανείων αλλά και την πρόσβαση πολλών επιχειρήσεων που δεν εξυπηρετούν τα παλιά δάνειά τους σε νέο δανεισμό.

Παρόλες τις δυσκολίες, το 2022 υπάρχουν στην Ελλάδα άνω των 130000 μικρές επιχειρήσεις με δανεισμό από το τραπεζικό σύστημα (παρά τη δραματική μείωση προεξόφλησης μεταχρονολογημένων επιταγών, διότι πολύ απλά δεν κυκλοφορούν πολλές επιταγές) με άνω των 7 δισ.  ευρώ ενήμερα υπόλοιπα.  Κατά την διάρκεια του 2022 άνω των 35.000 δάνεια προς μικρές επιχειρήσεις θα εγκριθούν, ύψους περί τα 2 δισ. ενώ ένα μεγάλο μέρος της διαφημιστικής δαπάνης των τραπεζών αφιερώνεται για την ενημέρωση επιχειρήσεων για προγράμματα δανεισμού. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι πάνω από 1.500 ειδικοί σύμβουλοι για δάνεια μικρών επιχειρήσεων υπάρχουν σε τραπεζικά καταστήματα στην Ελλάδα.

Η ζήτηση των μικρών επιχειρήσεων για δανεισμό είναι κατά βάση για κεφάλαια κινήσεως και λιγότερο για χρηματοδότηση επενδυτικών πλάνων και σχεδίων εκσυγχρονισμού.  Τέτοια σχέδια έχουν συνήθως έξαρση όταν υπάρχουν προκηρύξεις από το ΕΣΠΑ και τον αναπτυξιακό νόμο (τα οποία είναι σε έναρξη αλλά όχι σε έξαρση κατά την διάρκεια του 2022).  Αν δούμε όμως το μίγμα χρηματοδοτήσεων των μεγάλων επιχειρήσεων θα διαπιστώσουμε ότι είναι ετεροβαρείς υπέρ επενδυτικών σχεδίων (ειδικά κατά την διάρκεια του 2022). Πίσω από αυτό το φαινόμενο κρύβονται αρκετά προβλήματα όπως το ότι τα μικρά επενδυτικά σχέδια πολλές φορές δεν είναι βιώσιμα αν δεν λάβουν και μία επιδότηση του 30% ή και 50% της επένδυσης.

Οι φωνές για τα επιτόκια δανεισμού στερούνται λογικής διότι σε μία επένδυση με δάνειο 100.000 ευρώ για 10 έτη, οι συνολικοί τόκοι δεκαετίας με επιτόκιο 4% ή 5% ή 6% είναι αντίστοιχα 21.000, 27.000 και 33.000 ευρώ (χωρίς τις φοροαπαλλαγές των τόκων από τα κέρδη της επιχείρησης) και αλίμονο αν η βιωσιμότητα της επένδυσης κρίνεται από 5.000 και 10.000 ευρώ.  Οι μικρές επιχειρήσεις έχουν στη διάθεση τους προγράμματα χρηματοδότησης επενδύσεων με επιδότηση επιτοκίου (πχ. πρόγραμμα ΤΕΠΙΧ με το 40% του να είναι με 0% επιτόκιο) που, παρόλα αυτά, μένουν αδιάθετα.  Όμως θα πρέπει να τονίσουμε ότι επενδυτικά σχέδια από μικρές επιχειρήσεις, με αποδεδειγμένη ίδια συμμετοχή του επιχειρηματία της τάξεως του 20%-30%, κατά κανόνα εγκρίνονται από τις τράπεζες -προκαλώ να μου αναφερθούν παραδείγματα που δεν ισχύει ο ισχυρισμός μου.

Άρα, αποφυγή δανεισμού από τις τράπεζες δεν υπάρχει (μέσα στα πλαίσια της κοινής λογικής αλλά και στα πλαίσια αποφυγής των φαινομένων του παρελθόντος που όλοι (;) δεν θέλουμε να επαναληφθούν). Αλλά για την απουσία επενδυτικών σχεδίων από μικρές επιχειρήσεις θα πρέπει να εστιάσουμε με πρακτικά μέτρα κινητοποίησης αυτών των 800.000 επιχειρήσεων, ώστε να γίνουν πιο εξωστρεφείς, τεχνολογικά σύγχρονες και προϊοντικά ανταγωνιστικές.

Οι τράπεζες έχουν στρατηγική εξάρτηση και δέσμευση για την επέκταση του δανεισμού στις μικρές επιχειρήσεις και δεν θα πρέπει να αποτελούν το εύκολο σημείο κριτικής σε όλη την αλυσίδα αξίας ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας. Αυτό που πρέπει, όμως, να κάνουν, είναι να βελτιώσουν την ενημέρωση και καθοδήγηση των μικρών επιχειρήσεων σε λύσεις για ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα.

Ο Ανδρέας Αθανασόπουλος  είναι αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank.

 

 

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!