ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΑΡΘΡΑ
ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΤΣΙΜΑ

Η μυρωδιά των εκλογών

Μύρισε εκλογές; Στην συμπεριφορά, στον σχεδιασμό, στον λόγο των πολιτικών κομμάτων, ναι. Στις δημοσκοπήσεις όχι.

Όλες οι δημοσκοπήσεις, όλων των εταιριών επιβεβαιώνουν μονότονα την ίδια εικόνα, ένα χρόνο τώρα: Η ΝΔ προηγείται του ΣΥΡΙΖΑ με διαφορές που δεν απέχουν και πολύ από εκείνη που κατέγραψε η κάλπη, το 2019. Η κυβέρνηση φθείρεται, αλλά με πολύ αργό ρυθμό και καταφέρνει, ως τώρα, να απορροφά τις χειρότερες ζημιές- εκείνες κυρίως που η ίδια προκαλεί στον εαυτό της (η ΝΔ έχει χάσει μόλις 1,1%, στην έρευνα της Metron, μεταξύ Νοεμβρίου 2021 και Νοεμβρίου 2022). Η αξιωματική αντιπολίτευση συσπειρώνεται, αλλά δεν ανακάμπτει (ο ΣΥΡΙΖΑ, στο ίδιο διάστημα, στην ίδια μέτρηση, έχει κερδίσει 2,3%). Και ο τρίτος πόλος πιέζεται, αλλά αντέχει. Το ΠΑΣΟΚ έχει χάσει 3-4 μονάδες από το υψηλό του περασμένου Ιανουαρίου και την ευφορία που είχε φέρει η εκλογή Ανδρουλάκη, αλλά παραμένει 5 -6 μονάδες πάνω από την προ Ανδρουλάκη επίδοσή του.

Το «μυθιστόρημα της τετραετίας» έχει, ως τώρα, δύο κεφάλαια. Το πρώτο είναι το κεφάλαιο της απόλυτης κυριαρχίας Μητσοτάκη, εν μέσω αλλεπάλληλων, μεγάλων κρίσεων. Ενδεικτικά, στην  έρευνα της Metron, η ΝΔ είχε φθάσει να προηγείται του ΣΥΡΙΖΑ με ένα αδιανόητο σκορ, 42,5% έναντι 21,4%, τον Απρίλιο 2020, στην πιο σκοτεινή στιγμή της πανδημίας, στην καλύτερη πολιτική στιγμή της. Η κυριαρχία αυτή διατηρείται, αρυτίδωτη σχεδόν, μέχρι το φθινόπωρο του 2021. Από εκεί κι ύστερα, ανοίγει ένα δεύτερο κεφάλαιο. Χωρίς ποτέ να αμφισβητηθεί το δημοσκοπικό προβάδισμα, αρχίζει να καταγράφεται η φθορά. Η οποία μεγαλώνει, αλλά οι συσχετισμοί που αποκρυσταλλώθηκαν  τον Δεκέμβριο του 2021 διατηρούνται αναλλοίωτοι, ό,τι κι αν μεσολαβεί: Μια διαφορά της τάξης των 6 έως 8 ποσοστιαίων μονάδων ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο κόμμα κι ένα τρίτο κόμμα με διψήφιο ποσοστό στην πρόθεση ψήφου. Εικόνα χωρίς ιστορικό προηγούμενο για μια περίοδο κοντά στο τέλος του εκλογικού κύκλου.

Μπαίνουμε πια στο τρίτο κεφάλαιο της περιπέτειας- το προεκλογικό. Θα είναι συντομότερο, αλλά ο προεκλογικός χρόνος είναι πάντοτε πυκνότερος. Και το ερώτημα είναι αν αυτό το τρίτο κεφάλαιο της ιστορίας θα επιβεβαιώσει ή θα ανατρέψει την πλοκή των δύο προηγουμένων. Αν στην τελευταία του σελίδα ο αναγνώστης θα δει να επιβεβαιώνεται ο βασικός, άγραφος κανόνας της μεταπολίτευσης, που θέλει κάθε κόμμα να ψηφίζεται δύο φορές, πριν ηττηθεί, και η έκβαση που τα προηγούμενα κεφάλαια προλέγουν. Ή αν τον περιμένουν εκπλήξεις που κανείς δεν είχε φανταστεί.

Τα δεδομένα δεν ευνοούν τις εκπλήξεις. Η αξιωματική αντιπολίτευση δεν έχει δοκιμάσει καν να διεκδικήσει είτε την μεταρρυθμιστική/εκσυγχρονιστική ατζέντα είτε την ατζέντα ασφάλειας, εξωτερικής και εσωτερικής, από την κυβέρνηση. Επενδύει μόνον στην φθορά της, την οποία επιχειρεί να επιταχύνει με μια ισοπεδωτική κριτική που δεν πιάνει επαφή με κρίσιμα εκλογικά ακροατήρια, απέναντι στα οποία επαναλαμβάνει διαρκώς ένα άσφαιρο «μετανοείτε». Η ελάσσων αντιπολίτευση προσπαθεί να διατυπώσει μια προγραμματική αντιπολίτευση συγκεκριμένων προτάσεων, μα δεν ακούγεται αρκετά. Και ο Κυριάκος Μητσοτάκης- βαριά τραυματισμένος από την υπόθεση των υποκλοπών- διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων και τα πρωτεία του λόγου. Ορίζει το κεντρικό δίλημμα των εκλογών, όπως ακριβώς τον εξυπηρετεί. Έχετε μόνον μία επιλογή, λέει στους ψηφοφόρους: Μητσοτάκη ή Τσίπρα; Στο πεδίο αυτό, όπως όλες οι δημοσκοπήσεις βεβαιώνουν, η υπεροχή του είναι καθαρή.

Τι θα μπορούσε να ανατρέψει την εικόνα; Τα ακαταμάχητα, κατά ΜακΜίλαν, «γεγονότα», φυσικά. Το απρόοπτο. Το ατύχημα. Αλλά, αφ’ ενός επειδή η δύναμη της ΝΔ είναι συντριπτικά μεγαλύτερη στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό, που αντιδρά συνήθως βραδύτερα στην συγκυρία, και αφ’ ετέρου επειδή βρισκόμαστε κοντά στο σημείο μηδέν της πολιτικής εμπιστοσύνης, άρα ο πολιτικός λόγος εκπέμπεται συχνά μη ακουόμενος, και ο ΣΥΡΙΖΑ, ειδικά, έχει χαμηλό επίπεδο αξιοπιστίας, είναι μάλλον απίθανο να συμβεί κάτι που θα πυροδοτήσει γρήγορα μια πολιτική ανατροπή. Απίθανο, αλλά όχι αδύνατον.

Τι μένει; Το ενδεχόμενο να δούμε μια ξαφνική και αναπάντεχη αλλαγή στον προεκλογικό λόγο και στην πολιτική πρόταση της αντιπολίτευσης. Ένα στοιχείο στην πρόσφατη έρευνα της Marc, που μάλλον δεν προσέχτηκε αρκετά, δείχνει πως υπάρχει μια «ζήτηση αντιπολίτευσης», που δεν βρίσκει αντίστοιχη προσφορά. Στο ερώτημα της πρόθεσης ψήφου, και σε αυτήν την έρευνα, τα δεδομένα είναι τα ίδια όπως και στις υπόλοιπες: ΝΔ 32%, ΣΥΡΙΖΑ 24%. Εμπιστοσύνη στον Μητσοτάκη εντυπωσιακά μεγαλύτερη απ’ ότι στον Τσίπρα. Και προτίμηση σε αυτοδύναμη κυβέρνηση ΝΔ με 31,3% έναντι 14,8% σε αυτοδυναμία ΣΥΡΙΖΑ. Όταν όμως το ερώτημα τίθεται με μορφή συγκεκριμένου διλήμματος- αυτοδυναμία ΝΔ ή κυβέρνηση συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και ΜΕΡΑ 25- οι απαντήσεις αλλάζουν μέγεθος. Η διαφορά μικραίνει: 47,1% επιλέγουν αυτοδύναμη ΝΔ, 43,6% επιλέγουν κυβέρνηση κεντροαριστερής συνεργασίας.

Το εύρημα, νομίζω, δεν πρέπει να διαβαστεί ως πολιτική προφητεία. Ούτε ως πρόθεση ψήφου υπέρ ενός σχήματος συνεργασίας που δύσκολα, άλλωστε, θα μεταφερόταν από την πολιτική φαντασία στην πράξη. Ούτε και ως μεταστροφή, γενικά, υπέρ των πολυκομματικών έναντι των μονοκομματικών κυβερνήσεων. Πρέπει μάλλον να διαβαστεί ως ένα αίτημα για μια πειστικότερη αντιπολίτευση. Ώστε να διορθωθεί η σημερινή πολιτική ανισορροπία, που κινδυνεύει να εξελιχθεί σε δημοκρατική αναπηρία: Μια κυβέρνηση που αυτοτραυματίζεται, επειδή δεν υπάρχει αντιπολίτευση να την πιέζει, να την ελέγχει αποτελεσματικά και να προσφέρει μια εναλλακτική λύση εκλογικά.

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!