Ο αναθεωρητισμός, συνήθως, είναι επιλογή άμεσης αντίδρασης απέναντι στην επιβολή ενός στάτους κβο που εκτιμάται ότι θίγει ζωτικά συμφέροντα του αντιδρώντος. Τα παραδείγματα από την παγκόσμια Ιστορία είναι πολλά:
Η Γερμανία της Βαϊμάρης αντιτάχθηκε, από την πρώτη στιγμή, στη Συνθήκη των Βερσαλλιών, με τον καγκελάριο Σάιντεμαν να δηλώνει χαρακτηριστικά: Μακάρι να παραλύσει το χέρι εκείνου που θα υπογράψει.
Η Βουλγαρία, μετά την ήττα της το 1913 στον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο, εγκλωβίσθηκε για 30 και πλέον χρόνια στη ψύχωση της διασφάλισης εξόδου προς το Αιγαίο.
Στην Ουγγαρία, που με τη Συνθήκη του Τριανόν το 1920 έχασε τα δύο τρίτα της επικράτειας της, όλα τα καθεστώτα που διαχειρίστηκαν τις τύχες της ακολούθησαν αναθεωρητική πολιτική.
Η Τουρκία του Κεμάλ έδειξε την αναθεωρητική της διάθεση αμέσως μετά τη Συνθήκη της Λωζάνης το 1923, καθώς διεκδικούσε την επαρχία της Μοσούλης από ένα Ιράκ που τότε ήταν προτεκτοράτο της Βρετανίας.
Ο Ατατούρκ «μαζεύτηκε» όταν, το 1926, έφθασε στο παρά πέντε της σύγκρουσης με το Λονδίνο και διαπίστωσε ότι, αργά ή γρήγορα, ο αναθεωρητισμός θα τον οδηγούσε σε πόλεμο με τη Βρετανία και τη Γαλλία, που διοικούσαν τα πρώην οθωμανικά εδάφη της Μέσης Ανατολής, αλλά και την Ιταλία, που ήθελε να είναι παρούσα στην ίδια περιοχή σε βάρος της ακεραιότητας της Τουρκίας.
Τελικώς η σημαία του αναθεωρητισμού υπεστάλη και οι Κεμάλ-Ινονού κατάλαβαν ότι, για την αντιμετώπιση των Μεγάλων Δυνάμεων, η προσέγγιση με την Ελλάδα ήταν μονόδρομος. Έτσι, με παρένθεση την παραχώρηση της Αλεξανδρέττας από τη Συρία, που τότε βρισκόταν υπό τη διοίκηση της Γαλλίας, και μέχρι την ανάφλεξη του Κυπριακού το 1955, η Τουρκία κρατήθηκε μακριά από τον αναθεωρητισμό.
Άλλωστε ο αναθεωρητισμός και η νοσταλγία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εμπεριείχαν μια σαφή αμφισβήτηση του εθνικού κοσμικού κράτους που ίδρυσε ο Κεμάλ και επομένως δεν μπορούσε να ενταχθεί στην επίσημη ιδεολογία της χώρας. Χρειάσθηκε να έλθει ο Ερντογάν στην εξουσία και να αμφισβητήσει το άκαμπτο κεμαλικό μοντέλο, με αποτέλεσμα ο αναθεωρητισμός σήμερα να υπηρετεί κρατικές και κομματικές σκοπιμότητες.
Η επανεμφάνιση του νεοθωμανικού αναθεωρητισμού, που είχε μπει στο αρχείο το 1926, έγινε το 2011 όταν ο Ερντογάν είδε την Αραβική Άνοιξη σαν ευκαιρία για ανατροπή κοσμικών καθεστώτων και την αντικατάσταση τους από κάποια μορφή ισλαμικής ηγεσίας. Τελικά οι τότε εξελίξεις στη Μέση Ανατολή ήταν θρυαλλίδα περαιτέρω αποσταθεροποίησης μιας περιοχής που υπέφερε από διεφθαρμένα καθεστώτα, ενώ τα σύνορα, που χαράχθηκαν αυθαίρετα από Ευρωπαίους αποικιοκράτες, συντηρούσαν αμέτρητες εστίες εντάσεων.
Η στάση της Τουρκίας στη Λιβύη μετά δυσκολίας αποκρύπτει το αφήγημα της Άγκυρας που βλέπει τη χώρα ως οθωμανική επαρχία και μέσω της εκεί παρουσία της έχει ως στόχο την επανάκτησή της. Έτσι, ο καθυστερημένος αναθεωρητισμός του Ερντογάν, που αμφισβητεί τα σύνορα και τα καθεστώτα της ευρύτερης Μέσης Ανατολής -και όχι μόνον-, είναι πλέον στρατηγική επιλογή αλλά και συνιστώσα της ταυτότητας του ΑΚΡ.
Από τη βορειοδυτική Συρία μέχρι τη Λιβύη, η Άγκυρα πήγε για να μείνει. Και αυτό είναι μια πραγματικότητα που δεν αλλάζει, οποιαδήποτε αντιστάθμισμα και αν προσφέρει η Ουάσιγκτον.