Όταν η Τουρκία απείλησε με βέτο στην ένταξη της Φιλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, κυριαρχούσε η εντύπωση ότι με ένα κατάλληλα διατυπωμένο ανακοινωθέν που θα λάμβανε υπόψη τις ανησυχίες της, τελικά, θα απέσυρε τις ενστάσεις της.
Οι μήνες κύλησαν και οι υποψήφιες χώρες αναλώνονται σε συχνά επαναλαμβανόμενες διαβεβαιώσεις ότι αποδοκιμάζουν την τρομοκρατία και ότι είναι αποφασισμένες να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να μην γίνουν καταφύγιο τρομοκρατών. Ενώ η Τουρκία μπορεί να προσθέτει νέες απαιτήσεις, ζητώντας την έκδοση υπόπτων για τρομοκρατία που έχουν διπλή υπηκοότητα ή να εγκρίνει μεν την προσχώρηση της Φιλανδίας αλλά να παγώσει επ’ αόριστο αυτήν της Σουηδίας.
Η υπόθεση ίσως τείνει να προσομοιάσει σε φαρσοκωμωδία που θίγει πρώτα από όλα το ηγεμονικό κύρος των ΗΠΑ.
Η προσχώρηση της Σουηδίας και της Φιλανδίας στο ΝΑΤΟ ήταν μια επίδειξη πυγμής στον Πούτιν που ξεκίνησε τον πόλεμο για να αποτρέψει την είσοδο της Ουκρανίας στην Ατλαντική Συμμαχία. Η Σουηδία ουδέτερη από το 1815 , και η Φιλανδία μετά το 1945 ήταν η ζωντανή δικαίωση της άποψης της Πολωνίας και των Βαλτικών Χωρών ότι η Ρωσία αποτελεί χειρότερη απειλή για την ασφάλεια της Ευρώπη από ότι η ΕΣΣΔ την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.
Είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι στο Κρεμλίνο, που είχε χαρακτηρίσει τη νέα διεύρυνση του ΝΑΤΟ ως μείζονα απειλή, το τουρκικό Βέτο ήταν ένας από μηχανής θεός. Είναι εξίσου προφανής η οργή των ΗΠΑ, καθώς είτε πρέπει να δυσαρεστήσει Σουηδία και Φιλανδία -τους ηγέτες των οποίων δέχθηκε πανηγυρικά στον Λευκό οίκο προ μηνών ο Μπάιντεν ως νέους συμμάχους- είτε να στρώσει το χαλί για μια νέα προεκλογική φιέστα με τον Ερντογάν να καταγγέλλει τους Γκιαούρηδες Σταυροφόρους της Δύσης.