ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΑΡΘΡΑ
ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΤΣΙΜΑ

Στην εποχή της υπέρ-πόλωσης  

Καλεσμένος στην αμερικανική τηλεόραση, σε μια εκπομπή με θέμα τις «ενδιάμεσες» εκλογές της ερχόμενης Τρίτης, ο Γιουβάλ Χαράρι  διατύπωσε την πιο σκοτεινή του προφητεία. «Οι επόμενες προεδρικές εκλογές μπορεί να είναι οι τελευταίες δημοκρατικές εκλογές στην ιστορία των ΗΠΑ», είπε. «Δεν είναι πολύ πιθανό, αλλά δεν αποκλείεται». Η δημοσιογράφος των FT που ήταν καλεσμένη στην ίδια εκπομπή έγραψε αργότερα πως, όταν γύρισε σπίτι της από το στούντιο, ένιωσε σοκαρισμένη. Όχι με αυτό που είχε πει ο Χαράρι. Μα με το γεγονός ότι δεν βρέθηκε κανείς στην εκπομπή, ούτε και η ίδια, να αντιδράσει, να σχολιάσει τα λόγια του. Ως εαν είχε πει κάτι αναμενόμενο, κάτι φυσικό, όχι κάτι που- στα χρόνια πριν την εισβολή των τραμπικών στο Καπιτώλιο τουλάχιστον- θα ακουγόταν αδιανόητο, εξωφρενικό.

Όχι πια. Αν ο Τραμπ- που όλοι περιμένουν να ανακοινώσει την υποψηφιότητά του, εφ’ όσον τα εκλογικά αποτελέσματα της ερχόμενης Τρίτης επιβεβαιώσουν τους χειρότερους φόβους μας- πάρει το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού κόμματος; Και αν κερδίσει το 2024, κάτι που με τα σημερινά δεδομένα κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει; Δεν είναι λογικό να περνά από το μυαλό μας το ερώτημα: Θα επιβιώσει η αμερικανική δημοκρατία της «δεύτερης φοράς» Τραμπ;

Αλλά το πρόβλημα της αμερικανικής δημοκρατίας μοιάζει να είναι όλο και λιγότερο αμερικανικό, όλο και περισσότερο οικουμενικό. Στις αναλύσεις για το αποτέλεσμα των εκλογών της περασμένης Κυριακής στην Βραζιλία, για παράδειγμα,  χρησιμοποιείται συχνά ο όρος «αμερικανοποίηση» της βραζιλιάνικης πολιτικής ζωής. Σαν μια ειρωνική αντιστροφή του όρου «λατινο-αμερικανοποίηση», την οποία κάποτε οι πολιτικοί αναλυτές ξόρκιζαν ως κατάρα για τις φιλελεύθερες δημοκρατίες του δυτικού κόσμου.

«Αμερικανοποίηση» τι σημαίνει; Αυτή η απόλυτη πόλωση, με κοινωνίες κομμένες στα δύο- στην περίπτωση της Βραζιλίας 50,9% εναντίον 49,1%. Με δύο μπλοκ που δεν συζητούν μεταξύ τους, δεν μιλούν καν την ίδια γλώσσα, δεν μοιράζονται την ίδια αλήθεια, δεν επικοινωνούν παρά μόνον στο αμοιβαίο μίσος. Που δεν αντιπροσωπεύουν απλώς διαφορετικά συστήματα απόψεων, ιδεών και αξιών, αλλά μοιάζουν με διαφορετικές φυλές- οι Τούτσι και οι Χούτου.  Που δεν τους χωρίζουν οι κλασσικές πολιτικές διαφορές, αλλά μια βαθύτερη ηθική απόρριψη των μεν προς τους δε. Αυτό  που κατά βάθος τους χωρίζει είναι η αποδοχή ή η απόρριψη του ίδιου του δημοκρατικού πλαισίου, του «συστήματος». Πιστεύουν όλο και λιγότερο ότι οι διαφορές τους είναι επιλύσιμες με διάλογο ή ότι μπορούν να συνυπάρχουν στους θεσμούς της δημοκρατίας. Τις διαφορές τους δεν τις τέμνει ούτε καν το εκλογικό αποτέλεσμα, αυτός ο υπέρτατος διαιτητής της δημοκρατίας. Γι’ αυτό βλέπουμε και το εκλογικό αποτέλεσμα να αμφισβητείται. Το εγκαινίασε ο Τραμπ, με το μεγάλο ψέμα που εξακολουθεί να διακινεί, πως η εκλογική του ήττα ήταν προϊόν νοθείας. Με αυτό το ψέμα για σημαία αποπειράθηκε μια εξέγερση κατά του Καπιτωλίου, με το ίδιο ψέμα σκηνοθετεί τώρα την εκλογική του επανεμφάνιση. Τον ακολουθεί και ο καλύτερος του μαθητής, ο Μπολσονάρο.  Τα τελευταία νέα που ακούσαμε από την Βραζιλία ήταν πως χιλιάδες οπαδοί του πολιορκούν στρατιωτικές βάσεις απαιτώντας από τον στρατό να παρέμβει για να εμποδίσει την παράδοση της εξουσίας!

Αυτό το τοπίο της υπέρ-πόλωσης είναι καινούργιο στην ζωή μας. Σχηματίστηκε μέσα σε λίγα μόλις χρόνια. Σε μια έρευνα της Pew, για παράδειγμα, το μοιραίο 2016, το 47% των οπαδών των Ρεπουμπλικάνων έλεγαν πως όσοι ψηφίζουν Δημοκρατικούς είναι άνθρωποι «ανήθικοι και ανέντιμοι». Το ποσοστό ήταν ήδη υψηλό σε σχέση με παλαιότερα δεδομένα. Αλλά έξι χρόνια αργότερα, στην ίδια έρευνα, το ποσοστό αυτό έχει ανέβει στο 72%! Θα είχε ενδιαφέρον μια αντίστοιχη έρευνα στην Ελλάδα να μετρούσε πόσοι επηρεάζονται από τα πολωμένα κομματικά καφενεία στα social media και τι νιώθουν για τους βδελυρούς «ζαίους» οι «#νδ-παιδεραστές» και αντίστροφα.

Πώς φθάσαμε ως εδώ; Προφανώς έχει συσσωρευτεί μεγάλη ποσότητα εύφλεκτης ύλης στις δυτικές κοινωνίες, η άβυσσος των ανισοτήτων μεταφράζεται σε παγιωμένες ταυτότητες που αντιμάχονται σε φοβερούς πολιτιστικούς πολέμους, τα social media κλείνουν τους ανθρώπους σε αεροστεγείς φούσκες ομοϊδεατών και τους εθίζουν σε μια γλώσσα μηδενικής ανοχής. Το έδαφος είναι έτοιμο για όλες τις δημοκρατίες της Δύσης- και η Ελλάδα, κατά κοινή καθημερινή εμπειρία, δεν αποτελεί εξαίρεση.

Αλλά υπάρχει μια λεπτή κόκκινη γραμμή, που η υπέρβασή της κάνει την διαφορά, δημιουργεί την συνθήκη «αμερικανοποίησης» ή «βραζιλιανοποίησης». Κι αυτή φαίνεται πως είναι, πολύ απλά, η επικράτηση ενός αδίστακτου, αυταρχικού, λαϊκιστή ηγέτη στο εσωτερικό μιας χώρας, η ανάδειξη του στην εξουσία, την οποία χρησιμοποιεί στην συνέχεια για να εξουθενώσει όλα τα αντίβαρα, όλες τις θεσμικές εγγυήσεις που τον εμποδίζουν να την διαιωνίσει. Από το σημείο αυτό και πέρα είναι θέμα κοινωνικών αντιστάσεων και αντοχής των υλικών κάθε δημοκρατίας. Οι ΗΠΑ δεν θα είχαν φθάσει εδώ, αν ο Τραμπ δεν είχε κερδίσει τις εκλογές το 2016. Αλλά δεν θα γίνουν Ουγγαρία ή Τουρκία (και θα διαψεύσουν την προφητεία του Χαράρι) όσο οι θεσμοί αντέχουν και στην κοινωνία των πολιτών διατηρούνται ακόμη αντιστάσεις.

Κι εμείς; Ας συγκρατήσουμε μερικές από τις οδηγίες προς πολιτικούς, δημοσιογράφους και ενεργούς πολίτες που είχε συντάξει πρόσφατα το ίδρυμα Carnegie για την αντιμετώπιση της υπέρ-πόλωσης: Καλλιεργείστε περισσότερο την κριτική για το δικό σας κόμμα, κάντε την γλώσσα σας στα social media πιο ευγενική, μην κρύβετε, αντίθετα δώστε έμφαση στις διαφωνίες στο εσωτερικό του κόμματός σας, δημιουργείστε αποτελεσματική ασπίδα απέναντι στην παρά-πληροφόρηση, μην παρουσιάζετε τους πολιτικούς σας αντιπάλους με όρους ηθικής αποδοκιμασίας. Καλή μας τύχη!

 

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!