ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Προεκλογικοί σχεδιασμοί, προαναγγελθείσα κρίση και  τα αιτήματα του μέλλοντος

Η Ελλάδα φέτος βιώνει μία εξαίρεση. Ο ρυθμός μεγέθυνσης της οικονομίας προδιαγράφεται ασυνήθιστα υψηλός και τα δημόσια έσοδα σημειώνουν σημαντική αύξηση. Μήπως είμαστε πάλι έτοιμοι να αναφωνήσουμε ότι «λεφτά υπάρχουν» ;  Και μήπως η προεκλογική συγκυρία που διατρέχουμε ανοίγει μπροστά μας μία ευκαιρία για κατασκευή δυσανάλογα αισιόδοξων σεναρίων και διανομής παροχών;

Υπάρχει βέβαια και η άλλη πλευρά της οικονομικής πραγματικότητας: ζούμε σε περίοδο προαναγγελθείσας κρίσης. Ο πόλεμος, η ενεργειακή στενότητα, τα ενδεχόμενα επιστροφής του κορωνοϊού και πυρηνικού επεισοδίου προαγγέλουν μεγάλη διεθνή αναταραχή τον ερχόμενο χρόνο. Εκ των πραγμάτων, και παρόλη την επιτυχία της τουριστικής περιόδου,  η Ελληνική οικονομία με τα διαρθρωτικά της προβλήματα και την υπερχρέωση θα πληγεί από την συνολική οικονομική δυσπραγία των  Ευρωπαϊκών εισοδημάτων καθώς και από την άνοδο των επιτοκίων. Σαφέστατα δεν υπάρχει περιθώριο να οραματιζόμαστε καταναλωτική ευμάρεια!

Αναπόφευκτα, η κοινωνία θα αντιμετωπίσει οικονομική επιδείνωση. Οι οικονομικά αδύναμοι – εννοώ ιδίως όσους έχουν εξαντλήσει τα περιθώρια χρηματικών και άλλων αποθεμάτων σε σχέση με τις ανάγκες τους - θα υποστούν βαρειές στερήσεις. Το τριπλό καθήκον της οικονομικής πολιτικής  θα είναι:

-  πρώτον, η  διαφύλαξη της παραγωγικής ικανότητας με εξασφάλιση τροφοδοσίας ενέργειας από το εξωτερικό και ομαλής παροχής ηλεκτρικού ρεύματος και συναφών υπηρεσιών υποδομής.

-  δεύτερον, η μέγιστη δυνατή προφύλαξη των αδυνάμων, σε εισόδημα αλλά και ιδίως σε αγαθά όπως τα καύσιμα και τα τρόφιμα.

- τρίτον, η διασφάλιση των προοπτικών και των μηχανισμών ικανής λειτουργία και ανάκαμψης της οικονομίας (ενίσχυση υποδομών και παροχής δημοσίων αγαθών, σχεδιασμός υλικών ή άϋλων  επενδύσεων κ.α.),

Ασφαλώς οι αυξημένες δημοσιονομικές εισροές λόγω τουρισμού αλλά και πληθωρισμού δημιουργούν βαθμούς δημοσιονομικής ελευθερίας για αντιμετώπιση βραχυπρόθεσμων αναγκών. Ασφαλώς επίσης θα είναι καταστροφικό αν αυτή η προσωρινή ευκολία μας τυφλώσει απέναντι στην προαναγγελόμενη απειλή. Η παρατεταμένη προεκλογική περίοδος που διανύουμε δημιουργεί κίνδυνο  ανταγωνισμού παροχών,  που είτε δεν θα μπορούν να διατηρηθούν  είτε, αν διατηρηθούν,  θα δημιουργούν ένα ασφυκτικό δημοσιονομικό κλοιό για την μελλοντική διαχείριση.  Οι προεκλογικές υποσχέσεις που δεν θα τηρηθούν θα κάμψουν την αξιοπιστία των νικητών των εκλογών χωρίς να αυξήσουν την αξιοπιστία των ηττημένων αντιπάλων. Το συνολικό αποτέλεσμα θα είναι φθορά στην αξιοπιστία της δημοκρατίας να αντιμετωπίσει την προαναγγελθείσα κρίση.  

Παρεμπιπτόντως, ανησυχούμε για την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη. Οι ψευδαισθήσεις και οι εύκολες λύσεις (π.χ. απαγόρευση μετανάστευσης) είναι ακριβώς το πολιτικό νόμισμα που διακινεί η ακροδεξιά. Και όσο οι «κεντρικές»  πολιτικές δυνάμεις επιδοθούν σε ανερμάτιστη παροχολογία τόσο το νόμισμα αυτό θα παίρνει αξία…

Βεβαίως σε κάθε δημοκρατία, η περίοδος πριν τις εκλογές είναι, και πρέπει να είναι, περίοδος κομματικού ανταγωνισμού. Ο αντιθετικός και κριτικός δημόσιος λόγος είναι θεμελιώδης για  την Δημοκρατική άσκηση.  Και οι εκλογές είναι ορόσημο απολογισμού και λογοδοσίας προς τους πολίτες. Η διεξαγωγή εκλογών σε συνθήκες προαγγελόμενης (και εξελισσόμενης) κρίσης ωστόσο είναι εγχείρημα με πολλές παγίδες για την Δημοκρατία και την οικονομική σταθερότητα. Η κρίση απαιτεί χειρισμούς, σχέδια και πολιτικές σε καταστάσεις εκ φύσεως πολύπλοκες. Στο βάθος, και σε ακραίες συνθήκες, χρειάζεται να υπάρχει το αξιόπιστο ενδεχόμενο κοινής βάσης για σχήματα εθνικής ενότητας. Είναι και αυτό δημοκρατική δικλείδα. Ωστόσο, οι πολύπλοκες καταστάσεις εντείνουν και τον πειρασμό επινόησης «εύκολων διαγνώσεων»,  «εχθρών που φταίνε για όλα», μεθόδων που υπόσχονται γρήγορη θεραπεία.

Θα ευχόταν κανείς η μακρά προεκλογική περίοδος από πρόβλημα να  μετατραπεί σε ευκαιρία. Από ανταγωνισμό παροχολογίας  να μεταλλαχθεί  σε άμιλλα παρουσίασης προνοητικών πολιτικών  που θα προστατεύσουν από την προαναγγελθείσα κρίση, της οποίας  τις διαστάσεις και τις διακλαδώσεις δεν μπορούμε ακόμη να εκτιμήσουμε με ακρίβεια. Θα μπορούσαν πιθανότατα μάλιστα  οι προνοητικές πολιτικές να αναδείξουν   ένα υπόστρωμα ελάχιστων κοινών παραδοχών, ενισχύοντας έτσι και την εμπιστοσύνη στην δημοκρατία. Οι πολίτες έχουν δικαίωμα μάλιστα να γνωρίζουν αυτό το υπόστρωμα κοινών παραδοχών.

Αν και προήλθε από πολύ διαφορετικά αίτια, η σημερινή προαγγελόμενη κρίση επαναφέρει μνήμες της προηγούμενης μεγάλης  κρίσης του 2008 και των μετέπειτα περιπετειών μας. Από τότε θυμόμαστε ρήσεις και θέσεις που σηματοδότησαν την αδυναμία  του πολιτικού συστήματος να δείξει ρεαλισμό όταν σε προεκλογική τροχιά ακούγονταν ότι «η οικονομία είναι πλήρως θωρακισμένη» (κυβέρνηση ΝΔ) ή «λεφτά υπάρχουν» (Αξιωματική αντιπολίτευση ΠΑΣΟΚ). Με άλλα λόγια, η τότε προαγγελμένη κρίση «εξορκιζόταν» με κάλπικη αισιοδοξία. Αυτό αναμφίβολα χειροτέρευσε τις επιλογές και προετοίμασε για τα χειρότερα που ακολούθησαν όταν μία αξιοσέβαστη δύναμη της αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ, εξέπληξε ανακαλύπτοντας την απλούστερη όλων των λύσεων:  να καταργήσει με ένα νόμο το μνημόνιο (και την χρεοκοπία!!).  Η δυναμική των εύκολων λύσεων που ξεκίνησε το 2008-2009 ολοκληρώθηκε πανηγυρικά το 2015 με αποπροσανατολισμό των ψηφοφόρων, αναταράξεις στην κοινωνία και αναπόδραστη βαθιά ύφεση παρά τις όποιες προσπάθειες των τότε κυβερνήσεων . 

Ας μην κινδυνεύσουμε να υποστούμε το ίδιο και σήμερα.  Ας είναι καθήκον των πολιτικών σχηματισμών  να επιδοθούν σε  ένα ρεαλιστικό ανταγωνισμό που θα αναπτυχθεί γύρω από την ανάγκη στροφής σε προνοητικά σχήματα πολιτικής που θα βλέπουν και στο μέλλον, στην επόμενη κατάσταση μετά την κρίση, στην επόμενη γενεά και όχι μόνον στο παρελθόν και το τρέχον εισόδημα. Δεν πρέπει να λησμονείται η μακροπρόθεσμη οπτική ακόμη και μπροστά σε προαναγγελθείσες κρίσεις. Οι επενδύσεις (δημόσιες και ιδιωτικές), η παροχή δημοσίων αγαθών και υποδομών (υλικών και αϋλων), η ποιότητα διακυβέρνησης στον δημόσιο τομέα (διοίκηση και δημόσιες επιχειρήσεις), η ενίσχυση της εγχώριας αποταμίευσης, η ποσοτική και ποιοτική εξύψωση του ανθρώπινου δυναμικού και η στρατηγική εξωτερικής δικτύωσης της χώρας  είναι θέματα κλειδιά.

Σκέπτομαι ώρες-ώρες τι σπουδαίο θα ήταν οι πολιτικοί αρχηγοί, όταν ξαναπάνε στην έκθεση Θεσσαλονίκης, λόγου χάριν, αντί να αφιερώσουν  τις ομιλίες τους σε επιδόματα, εισοδήματα και αυξήσεις να ανέπτυσσαν σχέδια και στρατηγικές για όλα τα παραπάνω θέματα – κλειδιά κάτω από το ερώτημα του πως θα είναι η Ελλάδα όχι μόνον στην επερχόμενη κρίση, αλλά μετά από αυτήν,  και τελικά πως θα έβλεπαν την Ελλάδα των παιδιών μας. Η πειστική και οργανωμένη αντιμετώπιση του μέλλοντος είναι που στερεώνει την συνοχή της κοινωνίας,  την μακροβιότητα της οικονομίας και την δημοκρατία.

Ο Σταύρος Θωμαδάκης είναι ομότιμος καθηγητής Οικονομικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών

 

 

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!