Πριν από είκοσι χρόνια σχεδόν, τον Νοέμβριο του 2002, το ΑΚΡ του Ερντογάν εξασφάλιζε στις εκλογές την αυτοδυναμία και σχημάτιζε κυβέρνηση υπό τον Γκιούλ καθώς ο ηγέτης του είχε στερηθεί τα πολιτικά του δικαιώματα με δικαστική απόφαση.
Το ΑΚΡ συγκέντρωσε όλες τις ψήφους απαξίωσης του προγράμματος εξυγίανσης της οικονομίας της χώρας που συνέταξε το ΔΝΤ και υλοποίησε ο επί σειρά ετών «τσάρος» της Οικονομίας Κεμάλ Ντερβίς.
Τρία κόμματα που κυριάρχησαν στην πολιτική σκηνή της χώρας την περίοδο 1982-2002, τα κόμματα που ίδρυσαν οι Ντεμιρέλ , Ετζεβίτ και Οζάλ, εξαερώθηκαν καθώς δεν πέτυχαν να παραμείνουν στην Βουλή.
Τότε το κόστος της βίαιης οικονομικής προσαρμογής επισκίασε την διαμάχη μεταξύ οπαδών του κοσμικού κράτους και του πολιτικού ισλάμ και έτσι το ΑΚΡ απέκτησε μια εκλογική βάση πολύ μεγαλύτερη από την μέχρι τότε επιρροή του στην κοινωνία.
Σήμερα ο Ερντογάν προφανώς αντιλαμβάνεται ότι αν η οικονομική συγκυρία τον εκτόξευσε στην εξουσία πριν από είκοσι χρόνια, μπορεί τώρα να αποβεί ο παράγων που θα προκαλέσει την ήττα του στις εκλογές.
Έτσι εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο προσπαθεί να αλλάξει την ατζέντα με μια βίαιη εθνολαικιστική ρητορική που δεν είναι συνηθισμένη ούτε στην Τουρκία.
Έτσι η άρνηση του ηγέτη του Κεμαλικού CHP, Κιλιντζάρογλου να παρακολουθήσει τους Ερντογάν και Μπαχτσελί στο εθνικιστικό παραλήρημα τους, έχει βαρύνουσα σημασία.
Προφανώς ο Κιλιντζάρογλου ο οποίος στο πρόσφατο παρελθόν πλειοδοτούσε σε εθνικιστική ρητορική έχει αντιληφθεί ότι η οικονομία είναι το προνομιακό του πεδίο για να δώσει την προεκλογική μάχη αλλά και ότι η εμμονή του Ερντογάν στην εμπρηστική ρητορική, κυρίως κατά της Ελλάδας, τον εκθέτει ακόμη περισσότερο στα μάτια των ψηφοφόρων.
Η αξιωματική αντιπολίτευση στην Τουρκία, ο αρχηγός της οποίας πριν από λίγα χρόνια εγκαλούσε τον Ερντογάν να απαντήσει γιατί χάρισε δεκαοκτώ νησιά στην Ελλάδα, αμφισβητεί πλέον ανοικτά το αφήγημα της περικυκλωμένης από την Δύση Τουρκίας που έχει εργαλειοποιήσει την Ελλάδα για να προωθήσει τα σκοτεινά της σχέδια.