Το σκάνδαλο των υποκλοπών και, ιδιαίτερα, ο τρόπος που θα αντιμετωπιστεί -αν (α) θα πέσει άπλετο φως σε αυτό ή θα απομείνει ένα μελανό σημείο στη διαδρομή της ελληνικής δημοκρατίας και στιγματίσει τη θητεία της κυβέρνησης Μητσοτάκη καθώς και (β) αν θα γίνει ευκαιρία για το γκρέμισμα στεγανών που προσφέρονται για παρακρατικές πρακτικές στην ΕΥΠ ή αν, αντίθετα, καταλήξει σε ενίσχυση/θωράκιση αυτών των στεγανών- θα βαρύνει στις εξελίξεις, των οικονομικών συμπεριλαμβανομένων. Το θέμα ήδη απασχολεί τους οίκους αξιολόγησης, από τους οποίους εξαρτάται αν τα ελληνικά ομόλογα βγουν από την κατηγορία «σκουπίδια» το 2023 ή θα παραμείνουμε αποκλεισμένοι από τις διεθνείς αγορές, μέσα σε ένα σχετικά απρόβλεπτο διεθνές περιβάλλον.
Στο πεδίο της δημοσιονομικής πολιτικής προβλέπεται ότι ο προϋπολογισμός θα μείνει εντός στόχων φέτος, εν πολλοίς λόγω … πληθωρισμού: Ο πληθωρισμός, μαζί με τις τιμές στα ράφια των σουπερμάρκετ, εκτινάσσει και τα έσοδα της έμμεσης φορολογίας –λόγω των αμετάβλητων συντελεστών του ΦΠΑ. Επιπλέον, βελτιώνει τη σχέση ΑΕΠ/χρέος -το ονομαστικό ΑΕΠ θα αυξηθεί 8,5% λόγω πληθωρισμού κι άλλο 4,5-5% πραγματικά, θα φτάσει στα 200 δισ. ευρώ φέτος, περίπου όσο ήταν το 2011. Και το πολύ καλό: Τρώει χρέος. Έχοντας σταθερά επιτόκια περί το 2% για 250 δισ. χρέος στον ESM, πληρώνουμε τόκους 2% αντί για 8% που θα πληρώναμε αν δεν ήταν σταθερά, κι έτσι γλιτώνουμε 15 δισ. ευρώ μέσα στο 2022. Όχι άσχημα.
Τα προβλήματα μετακυλίονται στα επόμενα χρόνια, με αρχή το 2023, που έχει συμφωνηθεί να παράγουμε πρωτογενές πλεόνασμα 1% του ΑΕΠ. Μπορεί, λοιπόν, να υποθέσει κανείς ότι (με τις νεοελληνικές παραδόσεις…) το δημοσιονομικό «μάζεμα» θα αρχίσει αμέσως μετά τις εκλογές, εξέλιξη που θα ξαφνιάσει και θα προκαλέσει αντιδράσεις όχι μόνο των αδύναμων αλλά και των οικονομικά πιο εύρωστων που συνήθισαν να εισπράττουν επιδοτήσεις κι είναι οι πιο άγριοι διεκδικητές των «κεκτημένων» -πρώτος κίνδυνος. Θα έχει μεσολαβήσει, δε, ένα φθινόπωρο δύσκολο για μεγάλες κοινωνικές ομάδες, ανέργους και νεόπτωχους με δουλειά αλλά γλίσχρες αμοιβές: Φέτος τα 700 ευρώ του 2021 έχουν γίνει λιγότερα από 500 –η αξία της εργασίας πάει κόντρα στην γενική άνοδο των τιμών. Κι έχει μαζευτεί πολύ προσάναμμα στην κοινωνία –είναι ο δεύτερος κίνδυνος.
Ακόμα κι αν η Ευρώπη αποφασίσει κάποια αξιόλογα μέτρα στήριξης των κρατών-μελών, αυτά θα ανακουφίσουν μάλλον τους κρατικούς προϋπολογισμούς -κρατικές δαπάνες για επιδοτήσεις θα υποκατασταθούν από κοινοτικά κονδύλια. Σε αυτό το χαμηλό βαρομετρικό, ξεσπά το σκάνδαλο των υποκλοπών. Λέγεται ότι δεν ενδιαφέρει την κοινωνία, πως το μόνο που την ενδιαφέρει είναι τα οικονομικά προβλήματα. Αν ισχύει κάτι τέτοιο, θα ήταν μεγάλη ντροπή για την Ελλάδα και σοβαρός λόγος ανησυχίας για τη δημοκρατία και τη χώρα. Αν, πάλι, ως σκέψη κάποιους τους ανακουφίζει, ίσως υποτιμούν την επίδραση του συνδυασμού των παράνομων υποκλοπών με όλα τα άλλα προβλήματα και, κυρίως, τις συνέπειες μιας ηθικής απαξίωσης όσων κάνουν ή όσων ανεχτούν τέτοιους γκανγκστερισμούς.
Σε μια δύσκολη περίοδο, όλα αυτά λειτουργούν διαλυτικά. Κάπου εδώ οι ξένοι παρατηρητές ανιχνεύουν πολιτικούς κινδύνους. Η κυβερνητική αντίδραση στο σκάνδαλο των υποκλοπών μπορεί να αποδειχτεί καταλυτική για το καλό ή για μεγέθυνση των κινδύνων.
Στο καλό οδηγεί ο δρόμος της διαφάνειας: Κρίνεται παράνομη η υποκλοπή των συνομιλιών του Ν. Ανδρουλάκη, δίδονται έντιμες εξηγήσεις γιατί/ποιος την αποφάσισε, διερευνάται αν υποκλέπτονταν συνομιλίες και άλλων πολιτικών διαφόρων κομμάτων, καταλογίζονται οι ευθύνες και αλλάζει το καθεστώς της ΕΥΠ, ώστε αυτή να δουλεύει για την πατρίδα -όχι για παράγκες κομματικών και οικονομικών συμφερόντων.
Τους κινδύνους επιτείνει η τακτική της στρουθοκαμήλου: Το απόρρητο έναντι της Επιτροπής Θεσμών (διεθνής πρωτοτυπία…) και οι ακροδεξιάς έμπνευσης θεωρίες περί ξένου δακτύλου απομακρύνουν κεντρώους ψηφοφόρους και μαζί την αυτοδυναμία της ΝΔ, ενώ ταυτόχρονα εμποδίζουν τις εκλογικές συνεργασίες της. Προς ώρας, αυτή η τακτική επιτρέπει την υποψία ότι η στρουθοκάμηλος έχει γίνει ευάλωτη σε πιέσεις πανταχόθεν, είτε από συντεχνίες είτε από συμφέροντα είτε από συνιστώσες του κόμματος -που μπορούν να μιλάνε ή να σιωπούν, ανάλογα με τα εσωκομματικά παζάρια.