Η σταδιακή κατάργηση της ομοφωνίας στην λήψη αποφάσεων της Ε.Ε αρχής γενομένης από την εξωτερική πολιτική και άμυνα αλλά και στην εφαρμογή του κράτους δικαίου. είναι η κατά προτεραιότητα θεσμική μεταρρύθμιση που προωθεί ο καγκελάριος Σολτς. Στην ομιλία του στην Πράγα συνέδεσε την κατάργηση της ομοφωνίας με τη δυνατότητα της Ε.Ε να διευρυνθεί να εμβαθύνει την ολοκλήρωση.
Είναι προφανές ότι υπάρχει σύγκλιση απόψεων μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας. Ο Μακρόν υποστηρίζει την κατάργηση της ομοφωνίας και το Βερολίνο υποστηρίζει την πρόταση του Γάλλου Προέδρου για ίδρυση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας που θα είναι ανοικτή και σε χώρες εκτός Ε.Ε -όπως η Βρετανία και η Ουκρανία.
Τούτων λεχθέντων, η κατάργηση της ομοφωνίας στην διαδικασία λήψης αποφάσεων στην Ε.Ε των 27 προϋποθέτει ομόφωνη απόφαση των χωρών-μελών. Αν υπάρξει θέμα εμπλοκής στην κατάργηση της ομοφωνίας, τότε οι χώρες που θα αρνηθούν να αποδεχθούν την υιοθέτηση αυξημένων πλειοψηφιών στην λήψη αποφάσεων θα κινδυνεύσουν να εγκλωβιστούν στη λογική της αυτοεκπληρούμενης προφητείας.
Αν η σημερινή Ε.Ε των 27 δεν μπορέσει να βγει συντεταγμένη από την σημερινή θεσμική ακινησία της, είναι βέβαιο ότι θα πριμοδοτηθούν οι πολλές ευρωπαϊκές ταχύτητες, οι ομόκεντροι κύκλοι και ο σκληρός πυρήνας. Με άλλα λόγια, αν η Ουγγαρία και η Πολωνία οχυρωθούν στην σημερινή υφιστάμενη δυνατότητα τους να μπλοκάρουν την κατάργηση της ομοφωνίας κινδυνεύουν να προκαλέσουν την διαμόρφωση σκληρών πυρήνων όπου θα λαμβάνονται οι κρίσιμες αποφάσεις χωρίς την παρουσία τους.
Έτσι η πιο πιθανή εξέλιξη είναι οι οπαδοί της ομοφωνίας να διαπραγματευθούν σκληρά πρώτον την διασφάλιση τους μέσω αυξημένων πλειοψηφιών και δεύτερον την ενίσχυση τους με αντισταθμιστικά οφέλη άμεσης εσωτερικής πολιτικής απόδοσης. Το δικαίωμα του βέτο δεν μπορεί να ανακόψει τη δυναμική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, υπό την προϋπόθεση να υπάρχει επαρκής αριθμός χωρών για περαιτέρω εμβάθυνση της ενοποίησης.