Στο λεωφορείο γύρω μου πρόσωπα με τραχιά χαρακτηριστικά αλλά τρόπους γεμάτους ευγένεια, όλοι μιλάνε κουρδικά. Φύγαμε στις τρεις το απόγευμα από Σίβας για Ελαζίγ, μια πόλη στην αρχή της νοτιοανατολικής Ανατολίας, 310 χιλιόμετρα ανατολικά από το Σίβας.
Το Ελαζίγ, μια πόλη 350 χιλιάδων κατοίκων όπου ζουν στην πλειοψηφία Κούρδοι, είναι στην αρχή της πεδιάδας του Ευφράτη και του Τίγρη. Η Κεντρική Ανατολία είναι πια πίσω μας και όσο το λεωφορείο προχωρά ανάμεσα σε λόφους και πεδιάδες, οι κουρδικές περιοχές ανοίγονται μπροστά μας.
Όταν σταματάμε για φαγητό, ένας από τους επιβάτες, εργάτης από μια μικρή πόλη στην καρδιά της νοτιοανατολικής Τουρκίας, επιμένει να με κεράσει. Δεν πρέπει να είναι πάνω από τριάντα αλλά, όπως η συντριπτική πλειοψηφία των Κούρδων, φαίνεται πολύ μεγαλύτερος. Μου μιλάει με σεβασμό, αποκαλώντας με «χότζαμ», σα να λέμε «δάσκαλε» (είναι και η προσφώνηση των μη μορφωμένων προς εκείνους που με σεβασμό αντιμετωπίζουν ως "μορφωμένους"), και αρνείται με σθένος να ανάψω με τον αναπτήρα μου το τσιγάρο του. Είναι στο Facebook, στο Instagram και στο tiktok και δε λέει κουβέντα ούτε για τα ελληνοτουρκικά ούτε για την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας.
Καθώς πλησιάζουμε στο Ελαζίγ ο ήλιος πέφτει αλλά η θερμοκρασία ανεβαίνει. Στο Σίβας όταν φύγαμε ήταν 28 βαθμούς, φτάνοντας στο Ελαζίγ το βράδυ το θερμόμετρο του λεωφορείου γράφει 34.
«Είμαστε στην αρχή της Μεσοποταμίας, εδώ λίγο πιο κάτω πηγάζουν και ο Τίγρης και ο Ευφράτης. Όλα άρχισαν από εδώ, όλοι οι μεγάλοι πολιτισμοί της ευρύτερης Μέσης Ανατολής». Ο άντρας που μου μιλάει είναι στα χρόνια μου, με λεπτούς μεγαλοαστικούς τρόπους, από μεγάλη παλιά οικογένεια της περιοχής.
Είμαστε με μια παρέα οινοπαραγωγών έξω από την πόλη, ανάμεσα σε λόφους γεμάτους δέντρα και σε πλαγιές γεμάτες αμπέλια. Το Ελαζίγ φημίζεται για τα αμπέλια του και παραδοσιακά ήταν οι Αρμένιοι και οι Αλεβήδες που έκαναν κρασί.
Κατά την διάρκεια της Δημοκρατίας, το κρατικό μονοπώλιο είχε εδώ οινοποιεία αλλά τα τελευταία δέκα περίπου χρόνια ιδιώτες οινοπαραγωγοί έχουν κάνει την εμφάνιση τους, θέλοντας έτσι να αναβιώσουν την παλιά τοπική παράδοση οινοποιίας και παράλληλα να κάνουν τον δικό τους αγώνα πολιτισμικής «αντίστασης» καθώς το αλκοόλ αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του «πολιτισμικού πολέμου» που μαίνεται στην Τουρκία εδώ και χρόνια. Με τους δυτικότροπους να πίνουν και να κρατούν την κουλτούρα του κρασιού και του ρακιού και τους συντηρητικούς «ισλαμιστές» να τους στιγματίζουν και να επιβάλλουν τεράστιους φόρους στα αλκοολούχα ποτά.
Τρώμε ψάρι από την μεγάλη λίμνη Hazar, που είναι μόλις λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά μας, πίνουμε τοπικό -εξαιρετικό- κρασί και μιλάμε για κρασιά και για την πολιτική στην Τουρκία. Τέτοιες συζητήσεις έχω κάνει πολλές στους μεγαλοαστικούς δυτικότροπους κύκλους της Κωνσταντινούπολης αλλά ακούγεται παράξενο, ακόμα και «εξωτικό» να κάνει κανείς τέτοιες κουβέντες εδώ στο Ελαζίγ. Ιδέες φιλελεύθερες, εξαιρετική εξοικείωση με το παγκόσμιο γίγνεσθαι και τους τρόπους λειτουργίας της δημοκρατίας, διαύγεια και κοινωνική και περιβαλλοντική ευθύνη.
Κι όμως, δεν είναι τόσο παράξενο.
Κατά την διάρκεια του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, οι Κούρδοι ανέπτυξαν την δίκη τους μεγαλοαστική τάξη, με επιχειρηματίες και διανοούμενους που παρακολουθούσαν πολύ στενά τις πολιτικές και ιδεολογίες ζυμώσεις στην Ευρώπη.
Το πρώτο πλήγμα που δέχθηκαν οι Κούρδοι μεγαλοαστοί ήταν κατά την εξέγερση του Sheikh Said, το 1925, την πρώτη εθνική κουρδική εξέγερση εναντίον της, νεοσύστατης τότε, Τουρκικής Δημοκρατίας. Οι δυνάμεις των εξεγερθέντων κατέλαβαν, μεταξύ άλλων, και το Ελαζίγ. Κατά την δεύτερη μεγάλη κουρδική εξέγερση του Dersim, το 1937-38, το Ελαζίγ ήταν το κέντρο επιχειρήσεων του τουρκικού στρατού.
Η καταστολή των τουρκικών δυνάμεων ήταν αμείλικτη και ένα από τα θύματα της ήταν οι μεγαλοαστοί και διανοούμενοι Κούρδοι. Στο μυθιστόρημα του «Στην σκιά μιας χαμένης αγάπης», ο μεγάλος Κούρδος συγγραφέας Mehmet Uzun, που έζησε εξόριστος για πολλά χρόνια στην Σουηδία και επέστρεψε στην «καρδιά» των Κούρδων, το Ντιγιάρμπακιρ, για να πεθάνει από καρκίνο το 2007, σε ηλικία μόλις 54 ετών, πραγματεύεται τους ψυχολογικούς και ιδεολογικούς αγώνες ενός Κούρδου μεγαλοαστού διανοούμενου της δεκαετίας του 20, ανάμεσα στην αγάπη του για μια γυναίκα και την πάλη του με το τουρκικό κράτος. Βιβλίο δυνατό που αποτυπώνει με ιδιαίτερα γλαφυρό τρόπο τις εσωτερικές αντιθέσεις αλλά και το συλλογικό δράμα των Κούρδων αστών της εποχής, παραμένοντας επίκαιρο. Το κουρδικό κίνημα από την δεκαετία του 80 και μετά, με κυρίαρχο παράγοντα το αριστερό ΡΚΚ, εκτός από μια καθαρά ταξική διάσταση, ανέπτυξε και μια πολιτισμική και αντι-πατριαρχική εναντίον των αγάδων, των μεγάλων γαιοκτημόνων οι οποίοι διατηρούν παραδοσιακά στενές σχέσεις με το τουρκικό κράτος και που είναι πόλοι συντηρητισμού, αλλά και των μεγαλοαστών, οι οποίοι βρέθηκαν πάλι αντιμέτωποι με νέα διλήμματα.
Η καταστολή στο Ελαζίγ, άλλαξε τις κοινωνικές και πολιτικές ισορροπίες στην πόλη καθώς, όπως και σε άλλες περιοχές, οι Κούρδοι μοιράστηκαν σε αυτούς που στηρίζουν το τουρκικό κράτος και σε αυτούς που αντιδρούν διεκδικώντας δικαιώματα.
Στις εκλογές του 2018, το ΑΚΡ έλαβε 54,6% στο Ελαζίγ ενώ το φιλοκουρδικό Κόμμα της Δημοκρατίας των Λαών (HDP) μόλις 10,1%. Το 2011 το ΑΚΡ είχε λάβει 67,41%.
Η νύχτα έχει πέσει για καλά, ένα μισό φεγγάρι στον ουρανό και γύρω μου μυρωδιές από αμπέλια και μενεξεδιές.
Καπνίζω το τελευταίο τσιγάρο της ημέρας και στο μυαλό μου τριγυρίζουν όλες αυτές οι εξεγέρσεις, οι αγώνες, το αίμα, Κούρδων και Τούρκων, που έχει χυθεί σε αυτά τα χώματα. Και νιώθω οτι έχω αλλάξει γεωγραφία και βρίσκομαι πια σε έναν τόπο όπου η ιστορία ακόμα γράφεται.
Link:
Mehmet Uzun και η σύγχρονη κουρδική λογοτεχνία, εδώ.
Αύριο: Ντιγιαρμπακίρ, ένα «αγριολούλουδο στα χαλάσματα»