Οι δρόμοι είναι γεμάτοι κόσμο, μικροπωλητές, μοντέρνα καταστήματα και μικρά ξεχασμένα από το χρόνο μαγαζάκια δίπλα-δίπλα.
Βιομηχανική πόλη από την δεκαετία του ‘50, το Κιρίκκαλε με τις περίπου διακόσιες χιλιάδες κατοίκους του, έχει βαριά χαλυβουργία, διυλιστήρια πετρελαίου και χημικά.
Ρυμοτομία χωρίς καμία γοητεία, κτίρια παλαιών, ξεχασμένων δεκαετιών, τσιμεντένια, με μικροσκοπικά μπαλκόνια.
Προπύργιο του ΑΚΡ και του ΜΗΡ. Στις εκλογές του 2018 έλαβαν 43,7% και 24,2% αντίστοιχα αλλά και του Ταγίπ Ερντογάν που έλαβε 65%. Ωστόσο, στις εκλογές του 2015 το ΑΚΡ είχε λάβει 50,6% ενώ στις εκλογές του 2011 62,1%. Σημαντική εξασθένιση σε επτά χρόνια.
«Από που είσαι;», με ρωτάει ο νεαρός που σερβίρει τσάι σ’ έναν από τους κεντρικούς πεζόδρομους της πόλης. Όταν του λέω ότι είμαι από την Ελλάδα χαμογελάει και μου λέει «καλώς ήρθες». Τίποτα παραπάνω.
Στις όχθες του Κιζίλιρμακ, τριάντα περίπου χιλιόμετρα από την πόλη, ένα μικρό χωριό, το Κιοπρού Κιόϊ, το χωριό της γέφυρας. Περίπου χίλιοι διακόσιοι κάτοικοι, χαμηλά σπίτια με κεραμίδια και τζαμί που υψώνει τους δυο μιναρέδες του στον συννεφιασμένο ουρανό.
Λίγο πιο έξω από το χωριό, η παλιά οθωμανική γέφυρα του Τσέσνιγκιρ. Το ποτάμι, συνολικού μήκους 1355 χιλιομέτρων, κυλάει νωχελικά ανάμεσα από τα βράχια. Πράσινο μου φαίνεται με καθαρό νερό κι όχι κόκκινο. Γύρω από την παλιά γέφυρα ένα πάρκο. Ερημιά. Μια παρέα τεσσάρων νεαρών γυναικών κάθονται σε ένα τραπέζι κάτω από ένα ξύλινο υπόστεγο. Ένα νεαρό ζευγάρι παίρνει φωτογραφίες της γέφυρας. Στο μυαλό μου έρχεται το κεντρικό αφήγημα των κυβερνήσεων του ΑΚΡ στα πρώτα δέκα χρόνια της εξουσίας τους: η Τουρκία είναι γέφυρα πολιτισμών, ανάμεσα στην Δύση και την Ανατολή. Έχω όμως χρόνια να ακούσω για «γέφυρα», σαν το αφήγημα αυτό να έχει ξεχαστεί, όπως η παλιά ξεχασμένη γέφυρα πάνω από τον Κιζίλιρμακ.
Τα τελευταία χρόνια, κυρίως μετά τις διαδηλώσεις του Γκεζί το 2013, αλλά και την μακροχρόνια απογοήτευση των Τούρκων από την ΕΕ και την αδυναμία της να αποσαφηνίσει τις σχέσεις της με την Τουρκία, το αφήγημα της «γέφυρας» αντικαταστάθηκε από το αφήγημα του «κέντρου» ή «κόμβου», «hub». Προσδίδοντας έτσι έναν σαφώς Τούρκο-κεντρικό χαρακτήρα στον ρόλο της χώρας.
Οι κοπέλες τραγουδάνε ένα μελαγχολικό τραγούδι κι όταν τελειώνει γελάνε χαρούμενα. Μελαγχολία και χαρά σε λίγα δευτερόλεπτα..
«Γιατί δεν μας αγαπάτε στην Ελλάδα; Νομίζετε ότι είμαστε τίποτα κανίβαλοι; Δεν θέλουμε τίποτα από εσάς. Αλλά αν μας επιτίθεστε τότε αμυνόμαστε». Πίνουμε τσάι και καπνίζουμε με έναν κάτοικο του Κιρίκκαλε που δουλεύει εδώ. Φιλόξενος και ευγενικός. Μιλάμε για τα παιδιά μας και για τα ταξίδια που ποτέ δεν έκανε.
Μου λέει ότι για την οικονομική κρίση φταίνε οι καιροσκόποι, όπως συχνά λένε οι υποστηρικτές του ΑΚΡ και ότι το πιο ωραίο πράγμα μαζί με την οικογένεια είναι η αγάπη για την πατρίδα.
Σε ένα φορτηγάκι δυο εργάτες, φίλοι του. Σταματάνε για καλημέρα κι όταν τους λέει ότι είμαι «φίλος του Έλληνας», ο συνοδηγός μου λέει: «είσαι κατάσκοπος». Δεν με ρωτάει, όπως έχω συνηθίσει να με ρωτούν συχνά στα ταξίδια μου στην Τουρκία, το λέει με σιγουριά αλλά χωρίς επιθετικότητα.
Όταν φεύγουν, ο καινούργιος φίλος μου λέει, «μην τον ακούς, ο καθένας έχει τις απόψεις του. Εδώ είσαι φιλοξενούμενος μου» και επιμένει ευγενικά να πιούμε άλλο ένα τσάι, σαν να θέλει να διώξει μια κακιά εντύπωση.
Γυρίζω στο Κιρίκκαλε με ένα φορτηγό που το οδηγεί ένας αμίλητος οδηγός, μορφή ασκητική, μοιάζει με άγιο εικόνας ή περιπλανώμενο σούφι. Σταματάμε για βενζίνη και μου αγοράζει μπισκότα, πάντα αμίλητος και σκυθρωπός. Μιλάει μόνο για να μου πει ότι η βενζίνη πριν μήνες ήταν 7 λίρες το λίτρο και τώρα πλησιάζει τις 30.
Ο ήλιος πέφτει σιγά-σιγά στο Κιρίκκαλε. Τρώω στο ίδιο εστιατόριο που έφαγα και χθες βράδυ. Κεφτεδάκια με μπαχαρικά και ψημένα σκόρδα. Μαζί με μια Coca-Cola και ένα τσάι πληρώνω 3,8 ευρώ, στην Κωνσταντινούπολη σε αντίστοιχο μέρος δεν θα πλήρωνα λιγότερο από 6 ευρώ. Ο μάγειρας, που χθες του είπα ότι είμαι Έλληνας, με πρόσεξε και έρχεται να με χαιρετίσει με μεγάλη χαρά.
Στην περιοχή πίσω από τα δικαστήρια, στην σχετικά πιο καινούργια πόλη ξεχωρίζουν τα φρεσκοβαμμένα κτίρια, και τα πολλά μικρά και μεγάλα «café» με άντρες και γυναίκες. Φοιτητές και νέοι επαγγελματίες οι περισσότεροι. Όπως κάθε σχεδόν πόλη της Ανατολίας, το Κιρίκκαλε έχει κι αυτό δυο «καρδιές». Εδώ είναι η «καρδιά» των νέων γενιών που ζουν πιο κοντά στους ρυθμούς της παγκοσμιοποίησης.
Πίσω στο παλιό κέντρο της πόλης, στον πεζόδρομο με τα καφέ, άντρες, τσάγια και τσιγάρα. Πολλοί άντρες, μόνο άντρες, κυρίως νέοι, πολλά τσάγια, «αίμα του κουνελιού» όπως το λένε στα λαϊκά στρώματα στην Τουρκία, και πολλά τσιγάρα. Τα οποία έχουν ακριβύνει πολύ τους τελευταίους μήνες. Εδώ είναι η άλλη «καρδιά» του Κιρίκκαλε.
Στο μυαλό μου έρχεται η ταινία του διάσημου Τούρκου σκηνοθέτη Nuri Bilge Ceylan, «Μια φορά στην Ανατολία», όπου η Ανατολία αναδύεται γεμάτη μυστικά και αντιθέσεις.
Η παρέα δίπλα μου, πέντε νεαροί, μιλάνε για την ακρίβεια και -με μεγάλη περηφάνια- για τη στρατιωτική τους θητεία.
Σ’ αυτόν τον βαρύ αντρικό κόσμο, βλέπω απέναντι από το καφενείο ένα μοντέρνο και κομψό κατάστημα για είδη προσωπικής φροντίδας αντρών και για φροντίδα των αντρικών μαλλιών, που, όπως γράφει η ταμπέλα, είναι το μακιγιάζ των αντρών.
Κάτι φαίνεται να αλλάζει στην Ανατολία…
links:
Turkey: The Train of the Great Modernisation”. Modernisation, hybrid identities and subverting the clichés in Today’s Turkey, εδώ.
Αύριο: Τα πολλά πρόσωπα του τουρκικού εκσυγχρονισμού