Από τις Βρυξέλλες, όπου την περασμένη Παρασκευή προήδρευσε του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ο Πρόεδρος Μακρόν επιχείρησε να αποδραματοποιήσει την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα του μετά τις βουλευτικές εκλογές, λέγοντας πως δεν είναι η πρώτη φορά που η Γαλλία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια κρίση διακυβέρνησης.
Προς επίρρωση των λόγων του αναφέρθηκε στην κρίση που ξέσπασε το 1988 όταν ο Πρόεδρος Μιτεράν είχε χάσει και αυτός την απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση.
Όπως τώρα ο Μακρόν, έτσι και τότε ο Μιτεράν ανέθεσε την αναζήτηση εξόδου από την κρίση στον Πρωθυπουργό.
Ο Μιτεράν μάλιστα τον επέλεξε επί τούτου.
Ήταν ο πρώην εσωκομματικός του αντίπαλος και ηγέτης της σοσιαλδημοκρατικής μειοψηφίας των Γάλλων Σοσιαλιστών, Μισέλ Ροκάρ, ο οποίος πράγματι κατάφερε να κυβερνήσει επί τρία χρόνια με ανοίγματα προς την αντιπολίτευση, με τμήματα της οποίας σχημάτιζε κατά περίπτωση κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες συμμαχώντας άλλοτε με τη μια και άλλοτε με την άλλη πτέρυγα του κοινοβουλίου.
Μιμούμενος τον Μιτεράν ο Μακρόν αποφάσισε να αναθέσει και αυτός στη δική του Πρωθυπουργό Ελιζαμπέτ Μπορν τη διεξαγωγή μιας σειράς συναντήσεων με τους επικεφαλής των κοινοβουλευτικών ομάδων προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο είναι διατεθειμένοι να συνεργαστούν για την εξεύρεση μιας συναινετικής λύσης.
Χθες πραγματοποίησε τις τρεις πρώτες. Ηταν όμως οι πιο εύκολες αφού περιέλαβαν τους επικεφαλής των συνιστωσών την προεδρική πλειοψηφία κοινοβουλευτικών ομαδων.
Από αύριο, όμως, θα έχει τον πονοκέφαλο των συναντήσεων με τους εκπροσώπους των ομάδων της αντιπολίτευσης από τους οποίους έχουν ήδη σταλεί αρνητικά σήματα.
Μέχρι την Πέμπτη, οπότε και ο Γάλλος Πρόεδρος επιστρέφει στη δύσκολη γαλλική πραγματικότητα μετά τις Συνοδούς των G7 στο Μόναχο και του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη, η Μπορν θα πρέπει να του παρουσιάσει τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεών της, ώστε να ληφθούν οι αποφάσεις για τα επόμενα βήματα.
Δεν θα είναι εύκολες αποφάσεις. Διότι ούτε η Γαλλία έχει τη γερμανική κουλτούρα των συναινέσεων που παράγει διακομματικές κυβερνήσεις συνεργασίας ούτε ο Μακρόν είναι Φρανσουά Μιτεράν ούτε η Πρωθυπουργός του Ελιζαμπέτ Μπορν είναι Μισέλ Ροκάρ ούτε η εποχή των άκρων στην οποία επιστρέφει η χώρα είναι εποχή με υλικά και ψυχικά αποθέματα ανάλογα με αυτά που είχαν δημιουργηθεί στη διάρκεια της "ένδοξης τριακονταετίας", όταν η οικονομία κάλπαζε αναπτυξιακά και τα μεσοστρώματαανέρχονταν ορμητικά απολαμβάνοντας τις χαρές της ζωής και ξεχνώντας τις ταξικές και τις συνεπακόλουθες ιδεολογικές αντιθέσεις παλαιότερων περιόδων.
Προ της εποχής Μιτεράν είχε βέβαια μεσολαβήσει και τότε η πετρελαϊκή κρίση του 1973. Όπως και η σημερινή ενεργειακή, είχε ταρακουνήσει τη Δύση ενεργοποιώντας τα ρήγματα της πάντα συγκρουσιακής γαλλικής κοινωνίας.
Είχε όμως μεσολαβήσει και ένας Μάης το 1968 και μια σειρά γενικών απεργιών που επί δυο μήνες παρέλυσαν μεν τη χώρα, αλλά ταυτόχρονα εκτόνωσαν την ενέργεια των άκρων. Σήμερα η ενέργεια αυτή έχει ξανασυσσωρευθεί πλημμυρίζοντας με θυμό την γαλλική κοινωνία.
Η διάσπασή της σε τέσσερα ανταγωνιστικά πολιτικά μπλοκ με μακράν πλειοψηφικότερο το μπλοκ της αποχής, που καταλύει την αντιπροσωπευτικότητα του σημερινού γαλλικού πολιτικού συστήματος, κάνει πολύ πιο δύσκολη δυσκολεύει την εξίσωση που έχει αναλάβει να λύσει η Ελιζαμπέτ Μπορν.
Την εποχή του Μιτεράν η Γαλλία μπορούσε ακόμα να κυβερνιέται από ένα τετρακομματικό σύστημα εναλλασσόμενων στην εξουσία παρατάξεων που ναι μεν συνέχιζαν τον προαιώνιο εμφύλιο πόλεμο μεταξύ δεξιάς και αριστεράς, αλλά μπορούσαν κάθε φορά να ισορροπούν στο σταθερό σημείο που όριζε ο εκάστοτε απευθείας εκλεγμένος από τον λαό Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας.
Από εκείνο όμως το σύστημα σήμερα δεν έχει απομείνει σχεδόν τίποτα. Το σάρωσε ο συγγραφέας που έγραψε την "Επανάσταση", το μανιφέστο της μακρονικής νεωτερικότητας , για να γίνει το 2017 Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας επαγγελόμενος την επανίδρυσή της.
Το πέτυχε μετατρέποντας το ισχνό κέντρο, που μέχρι τότε ούτε είχε ούτε μπορούσε ποτέ να διεκδικήσει αυτόνομο και πόσο μάλλον ηγεμονικό ρόλο, σε μια ριζοσπαστική όσο και πολυσυλλεκτική παράταξη εξουσίας. Την έστρεψε εναντίον των απαξιωμένων και φθαρμένων από την άσκηση της διακυβέρνησης παραδοσιακών κομμάτων. Και νίκησε καθιστώντας την αντίθεση του παλιού με το καινούργιο κομματικό σύστημα κυρίαρχο διακύβευμα του πολιτικού ανταγωνισμού.
Με τη νίκη του άλλαξε τον πολιτικό χάρτη, ανέτρεψε τις ισορροπίες των μέχρι τότε αναπαραγόμενων πολιτικών συσχετισμών και κονιορτοποίησε τις τέσσερις αντιπροσωπευτικές και πολυσυλλεκτικές παρατάξεις εξουσίας που κυριάρχησαν στην πολιτική ζωή της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας με δυο (γκωλικό και μη γκωλικό) κόμματα στη δεξιά πλευρά του πολιτικού φάσματος, και αλλά δυο (σοσιαλιστικό και κομμουνιστικό ) στην αριστερή πλευρά.
Οι μεταξύ τους συσχετισμοί μεταβάλλονταν αλλά δεν ανατρέπονταν δημιουργώντας συστημικά κενά.
Η επιτυχία του Μακρόν, που ήταν η καταστροφή τους, κατέστρεψε και τις ισορροπίες του παλιού συστήματος που σήμερα είναι σαν να τον εκδικείται. Η δυναμική της αναμόρφωσής του που πυροδότησε ο Μακρόν υποσχόμενος την ανανέωσή του, σήμερα επανατροφοδοτείται με τη λογική μιας ανασύνθεσης που τον υπερβαίνει βαλκανιοποιώντας το πολιτικό σκηνικό.
Με εξαίρεση το πιο συμπαγές μονοκομματικό μπλοκ των λεπενικών, τα υπόλοιπα πολιτικά μπλοκ δεν είναι συντεταγμένες παρατάξεις. Είναι συνασπισμοί ετερόκλητων προσώπων και κομματικών υπολειμμάτων, η λειτουργικότητα και σταθερότητα του συστήματος των οποίων θα αργήσει πολύ να αποκατασταθεί. Πραγμα που καθιστά προβληματικό το εγχείρημα του Μακρόν να κυβερνήσει δια διακομματικών συμβιβασμών (compromis).
Πολύ δε περισσότερο που επιθυμώντας να είναι πάντα ο άρχοντας των ρολογιών και ο απόλυτος κυρίαρχος του πολιτικού χρόνου, δεν προλαβαίνει τις εξελίξεις.
Έτσι δεν πρόλαβε τα κίτρινα γιλέκα. Έτσι έχασε το momentum των βουλευτικων εκλογών. Έτσι έχασε τις ευκαιρίες που είχε να ολοκληρώσει την "δημοκρατική επανάσταση" που το 2016 έγραφε ότι θα συμφιλίωνε την ελευθερία με την πρόοδο. Αυτό, άλλωστε, τόνιζε ως συγγραφέας, ότι ήταν το όνειρο και η ιερή αποστολή του.
Ως δεύτερη φορά Πρόεδρος, ίσως να αποδείξει ότι αυτό που δεν μπόρεσε να κάνει με την "επανάσταση", θα το καταφέρει με τους συμβιβασμούς. Υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα τον προλάβουν και πάλι τα γεγονότα ή τα νέα "κίτρινα γιλέκα".